Από έγγραφη αναφορά της 1ης Απριλίου του 1828, της επιστατοδημογεροντίας των Σαλώνων, που υπογράφουν ο Κωσταντής Καραμάνης και ο γραμματέας της επαρχίας Αναγνώστις Λατζαρής προκύπτει:
Μεταξύ αυτών που εκλέγηκαν στο χωριό Καστριώτισσα, ως πληρεξούσιοι των επαρχιών Νέων Πατρών (Πατρατζίκι) για την Τρίτη Εθνική Συνέλευση των Ελλήνων, ήταν και ο Αναγνώστις Κορομπίλι, από την Απάνω Χομίργιαννη.Ο Αναγνώστις Κορομπίλι είχε μέτριο ανάστημα.
Το πρόσωπο του, στηριγμένο σ’ ένα κοντό λαιμό, ήταν πράος, αλλά γεμάτος ζωή και δραστηριότητα.
Λιγομίλητος, μιλούσε με μελιχρότητα και πρόφερε τις λέξεις αργά και καθαρά. Έπαιρνε το λόγο πάντοτε τελευταίος και επιβαλλόταν με τη λογική διατύπωση της γνώμης του.
Αργότερα ο οπλαρχηγός Βαγγέλης Κοντογιάννης του εμπιστεύτηκε μια κλέφτικη ομάδα, η οποία όμως διαλύθηκε γρήγορα. Σε μια συμπλοκή με τους Τούρκους συνελήφθη και αυτοί τον έκλεισαν μέσα σ’ ένα κατώι, αφού του έδεσαν με χαλκάδες τα πόδια, για να μην μπορεί να φύγει.
Όμως η φυλακή δεν μπόρεσε να τον κρατήσει. Την νύχτα έβγαλε την πόρτα από τους ρεζέδες, κατόρθωσε να ελευθερώσει το ένα του πόδι και το πρωί έφτασε στην Σπερχιάδα, ( Αγά ) όπου σε κάποιο χαλκάδικο έκοψε τις αλυσίδες που έσερνε όλη τη νύχτα. Αυτό το γεγονός ήταν καθοριστικό για την μετέπειτα ζωή του, γιατί ήταν αδύνατο να επιστρέψει πάλι στο χωριό του. Βγήκε στο βουνό Κλέφτης, όχι με την σύγχρονη έννοια, αλλά της εποχής του, περιφερόταν δε στα βουνά γύρω από τα χωριά και ζούσε με μικροληστείες.
Κατά την παράδοση, σε μια μάχη με τους Τούρκους έξω από το χωριό Πύργος Υπάτης, στην θέση Αγία Σοφία (που από τότε ονομάστηκε Κορομπίλη), καθώς έσκυψε να βοηθήσει ένα συμπολεμιστή του, που τελικά ήταν νεκρός, του έπεσε ο σκούφος. Το αποτέλεσμα ήταν βλέποντας πάνω στο νεκρό τον σκούφο του, να δηλώσουν εκείνο για νεκρό. Το νέο διαδόθηκε γρήγορα και έφτασε στο χωριό του και στους δικούς του, που του έκαναν μάλιστα και μνημόσυνο.
Μετά από λίγο καιρό ο Αναγνώστις Κορομπίλι πήγε στο χωριό του, αφού ενημέρωσε τους δικούς του ότι είναι ζωντανός, συνάντησε τον Πρόεδρο του χωριού για να ζητήσει τρόφιμα. Τον ρώτησε «αν έχουν κάποιο συγχωριανό στο βουνό να πολεμάει τους Τούρκους». Ο Πρόεδρος που δεν τον γνώρισε μετά από τόσα χρόνια που έλειπε, εξ άλλου ήξερε πως έχει σκοτωθεί, απάντησε «είχαμε κάποτε και εμείς ένα χαμένο κορμί». «αν τον έβλεπες θα τον γνώριζες;» ξαναρώτησε ο Κορομπίλι και ο Πρόεδρος απάντησε «αμ, πως δεν θα τον γνώριζα». Και τότε ο Αναγνώστις Κορομπίλι του είπε, ότι είναι εκείνος. Όταν κατάλαβε ο Πρόεδρος, ότι είχε μπροστά του τον Κορομπίλι τα γόνατα του λυγάνε από τον φόβο βλέποντας μπροστά του ένα νεκρό που αναστήθηκε, λέγεται ότι από τον φόβο του, έπαθε συγκοπή και πέθανε.
Στο σημείο της Μάχης της Αγίας Σοφίας όπου θεωρήθηκε νεκρός ο Κορομπίλης από τότε προσετέθη το τοπωνύμιο Κορομπίλη